
“Through different eyes” – Η επιστροφή, λοιπόν. Ήρθε η ώρα να πιάσουμε το “Criteria for a black widow” των ANNIHILATOR, όπου ζητάμε από δύο συντάκτες να γράψουν τα θετικά και τα αρνητικά του δίσκου. Ο Γιάννης Σαββίδης, στην περίπτωσή μας, ήταν ο άνθρωπος που έχει σχηματίσει θετική άποψη για το άλμπουμ αυτό και ο Σάκης Φράγκος, εκείνος που κλήθηκε να αιτιολογήσει την αρνητική του θέση. Εσείς τι πιστεύετε για το άλμπουμ εκείνο;
Βρισκόμαστε στα 1999. Τα πράγματα είναι ζόρικα για τον αρχηγό Jeff Waters των θεών ANNIHILATOR. 2 μόλις χρόνια μετά το αμφιλεγόμενο πείραμα του “Remains” όπου επί της ουσίας το έβγαλε μόνος του, καλείται να πάρει μια σημαντική απόφαση για να επαναφέρει το θρυλικό Καναδικό σχήμα στην σωστή κατεύθυνση, μια και οι γκρίνιες των οπαδών είναι μεγάλες. Επιστροφή λοιπόν των Randy Rampage (φωνητικά) και Ray Hartmann (drums), ήτοι του line up του θρυλικού ντεμπούτου “Alice in hell” (1989). Δοκιμασμένη συνταγή για “νοσταλγία”, θα πει κάποιος. Θα συμφωνήσω, αν και προσωπικά, τούτος ο δίσκος μου αρέσει πολύ.
Ναι, ΟΚ, το τρίτο μέρος του “Schizos are never alone”, το “Back to the palace” (με riff παραλλαγή του αντίστοιχου του “The fun palace”) είναι φυσικά επιτηδευμένα για να θυμίζουν τα “Alice in hell” (1989) και “Never neverland” (1990), ωστόσο δεν είναι στιγμές που προσωπικά με ενοχλούν. Χαμογελάω γιατί καταλαβαίνω το σκοπό τους, αλλά ποτέ μου δεν μπόρεσα να θυμώσω με αυτές ή να μην τις ευχαριστήθηκα. Χώρια που κομματάρες τύπου “Bloodbath”, “Punctured”, “Sonic homicide” και “Nothing left” έχουν θέση στο setlist της μπάντας εύκολα κατά τα γούστα μου. Χώρια το πανέμορφο “Mending” που κλείνει το δίσκο.
Πέραν όλων των άλλων και πέραν της οριστικής ρήξης με Rampage στην επερχόμενη περιοδεία με OVERKILL (όπου πήγε να μαχαιρώσει τον Waters και τον κρατούσαν πόσα άτομα – αποτέλεσμα του χρόνιου αλκοολισμού του) το “Criteria for a black widow” φώναξε πως οι ANNIHILATOR είναι εδώ, μπορούν να επιβιώσουν κάθε δυσκολίας γιατί είναι ιδέα, προλογίζοντας ιδανικά τους δύο διαδόχους με τον Joe Comeau. Δίσκους, που θεωρώ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟΥΣ.
Γιάννης Σαββίδης
Αν δεν το γνωρίζατε, ας το μάθετε τώρα. Απεχθάνομαι σπασμωδικές προσπάθειες συγκροτημάτων που προσπαθούν να επιστρέψουν στο παλιό στυλ, που τους έκανε γνωστούς ή και διάσημους. Επειδή τις περισσότερες φορές η προσπάθεια αυτή γίνεται με μοναδικό κίνητρο να συσπειρωθεί το fan base και να γίνουν μερικές επιτυχημένες συναυλίες, το τελικό αποτέλεσμα είναι επιτηδευμένο και δεν βγαίνει από την καρδιά.
Ακόμα θυμάμαι την κριτική που είχα κάνει πάλαι ποτέ στο “Criteria for a black widow” όταν είχε βγει, που ήταν αρκούντως αρνητική και αρκετός κόσμος είχε διαφωνήσει μαζί μου. Πραγματικά, όσοι εσείς που το θεωρούσατε τόσο καλό πια, έχετε σήμερα την ίδια γνώμη; Γιατί εγώ έχω την ίδια και απαράλλακτη!
Ας θυμηθούμε πότε είχε βγει, λοιπόν, το “CFABW”. Μόλις πριν, ο Jeff Waters (κυριολεκτικά), χρησιμοποιώντας drum machine και παίζοντας όλα τα όργανα, έβγαλε το “Remains”. Έναν δίσκο που ήταν γεμάτος industrial επιρροές και ήταν πραγματικά κακός. Όχι επειδή ήταν industrial, αλλά επειδή ήταν ΚΑΚΟΣ. Με πάρα πολλά προβλήματα οικογενειακής φύσης αλλά και προσωπικά, έπρεπε να κάνει κάτι να ξαναφτιάξει την καριέρα του που έπιασε πάτο. Σκέφτηκε λοιπόν, να αναβιώσει το line-up της εποχής του “Alice in hell”. Έριξε τα μούτρα του, πήρε τηλέφωνο τον συγχωρεμένο Randy Rampage ο οποίος ανέλαβε τα φωνητικά, ο Ray Hartmann τα τύμπανα, μόνο ο μπασίστας Wayne Darley δεν μπορούσε να συμμετέχει. Μέχρι και ο John Bates, με τον οποίο έγραφαν τους στίχους στο ντεμπούτο, έδωσε το παρόν. Η σημειολογία έκλεισε με την επιστροφή στην παλιά τους εταιρία, τη Roadrunner.
Τι έλειπε για να συμπληρωθεί το παζλ; Α, ναι! Να πετάξουμε μερικά κομμάτια που να θυμίζουν το παρελθόν. Πάντα ο Waters, έκανε αναφορές σε παλιότερα τραγούδια του, ιδιαίτερα στα σόλο. Εδώ όμως το πήρε μερικά βήματα παραπέρα. Με τον τραγουδιστή του “Alice in hell”, έγραψε το “Back to the palace” (τη συνέχεια του “The fun palace” από το “Never, neverland”), που φυσικά πέρα από τις αναφορές στο πρώτο μέρος, ουδεμία σχέση έχει η αξία του με το έπος του 1990. Οι κιθαριστικές ικανότητες του Waters, είναι αδιαμφισβήτητες. Τα instrumental του, είναι εξαιρετικά. Οπότε, αφού στο ντεμπούτο του είχε τα “Schizos and never alone I & II”, τώρα έβαλε το τρίτο του μέρος. Εντάξει δηλαδή…
Σε ότι αφορά στα υπόλοιπα τραγούδια, το εναρκτήριο “Bloodbath” είναι όντως old school ANNIHILATOR, μου αρέσει το mid-tempo “Loving the sinner”, να πω και το “Sonic homicide”; Άντε, να το πω. Από εκεί και πέρα, εκτός από τις ιλαροτραγωδίες των “Back to the palace” και “Schizos…”, έχουμε το ομώνυμο τραγούδι που είναι από τα χειρότερα που έχει γράψει ποτέ ο Waters, το “Punctured”, που δεν έχει και μεγάλη διαφορά από “Remains” και μετριότητες τύπου “Double dare” και “Nothing left” (εκτός αν ανήκετε σε όσους όταν ακούν γρήγορο κομμάτι, από το headbanging δεν μπορούν να σκεφτούν αν είναι καλό τραγούδι ή του σωρού).
Ο αντίκτυπος του δίσκου; Ο Rampage έφυγε στα καπάκια, αφού είχε τους δικούς του δαίμονες να αντιμετωπίσει (συν το ότι επιτέθηκε με μαχαίρι στον Waters… Ουπς, αυτό δεν πήγε καλά), έμεινε ο Ray Hartmann, έφυγαν από τη Roadrunner… Ρημαδιό δηλαδή. Διότι αν είχε πάει καλά το εγχείρημα, το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό…
Σάκης Φράγκος