Connect with us

Underground Halls

Underground Halls Vol. 124 (FORLESEN, IRON KINGDOM, RUBY THE HATCHET, STEEL INFERNO)

1

«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το album; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best sell­er δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

1

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: FORLESEN
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Black terrain”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: I, Void­hang­er Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Ascala­phus — Κιθάρες, αρμόνιο, πλήκτρα, φωνητικά
Beza­elith — Μπάσο, κιθάρες, πλήκτρα, φωνητικά
Maleus — Τύμπανα
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Leila Abdul-Rauf — Τρομπέτα, glock­en­spiel (μεταλλόφωνο)
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Face­book
Band­camp
YouTube

Παρότι ενεργοί από το 2016, οι δημιουργημένοι από μέλη των LOTUS THIEF, BOTANIST και KAYO DOT Αμερικανοί, ας τους αποκαλέσουμε περίπου black­sters (γιατί δεν αρκεί για να τους περιγράψει), FORLESEN, κυκλοφόρησαν το πρώτο τους άλμπουμ το 2020, ακριβώς στην καρδιά της πανδημίας. Το όνομά του ήταν “Hiero­phant vio­lent” και πραγματικά, τι άλμπουμ ήταν αυτό…  Δύο χρόνια μετά, επιστρέφουν στη δισκογραφία, κυκλοφορόντας το νέο τους άλμπουμ, το “Black terrain”. Πάντα, το πρώτο πράγμα που βλέπουμε από ένα άλμπουμ, εκτός φυσικά από το όνομα του συγκροτήματος, είναι το εξώφυλλο. Καμιά φορά, έχει την δυναμική να μας προδιαθέσει θετικά ή αρνητικά σχετικά με το περιεχόμενο του. Δεν αποτελεί φυσικά αλάνθαστο κριτήριο, το “The­li” των THERION είναι τεράστιο παράδειγμα του ότι το περιτύλιγμα δεν είναι πάντα ανάλογο του περιεχομένου και ένα από τα ασχημότερα εξώφυλλα από καταβολής εξωφύλλων, κρύβει μέσα του θησαυρό. Εδώ όμως, το εξώφυλλο του “Black ter­rain”, δεν λαθεύει καθόλου, αν το επιλέξει κανείς από αυτό και μόνο.

1

Το νέο άλμπουμ των FORLESEN, είχε έναν σκληρό αντίπαλο να αντιμετωπίσει, όχι από κάποιο άλλο συγκρότημα, αλλά από τους ίδιους τους δημιουργούς του, μια και ο προκάτοχός του είχε θέσει πραγματικά πολύ ψηλά τον πήχη, για όποιον επερχόμενο ανταγωνιστή ή διάδοχο. Το “Hiero­phant vio­lent”, είχε μόλις δύο συνθέσεις. Το “Black ter­rain”, έρχεται με τέσσερα νέα τραγούδια, όχι όμως μικρότερα σε διάρκεια. Σε διπλάσιο χρόνο αναπαραγωγής, το νέο άλμπουμ, έχει αυτές τις τεράστιες σε διάρκεια μουσικές διαδρομές του προκατόχου του, απλά πολύ πιο χορταστικές, εφόσον είναι επί δύο. Black met­al, doom περάσματα, ambi­ent στιγμές, εξαιρετικές εναλλαγές, πανέμορφες μελωδίες, δυναμικά momen­tum και ξεσπάσματα. Δεν είναι ξεκάθαρο αν κατάφερε η νέα δουλειά των FORLESEN να ξεπεράσει την προηγούμενη, για έναν πολύ απλό λόγο: Η μία είναι καλύτερη από την άλλη, όποια και αν είναι η μία και όποια και αν είναι η άλλη (σ. Δ.Τ: μας φώτισες!). Τόσο εύκολα. Αν δεν έχετε ασχοληθεί μαζί τους, κάντε το. Οπωσδήποτε. Ευχαριστείτε την στήλη μετά.

(8,5 / 10)

Φανούρης Εξηνταβελόνης

1

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: IRON KINGDOM
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “The blood of Creation”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Inde­pen­dent
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Leighton Holmes — Μπάσο, β’ φωνητικά
Chris Oster­man — Κιθάρες, Φωνητικά
Megan Mer­rick — Κιθάρες
Max Friesen — Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Web­site
Face­book
Band­camp
YouTube

Αυτό που κάνουν οι Καναδοί, από το Sur­rey της βρετανικής Colum­bia, IRON KINGDOM (πρώην TWISTED), θέλει μεγάλα «καρύδια». Από το 2011 που είναι ενεργοί δισκογραφικά, μέχρι και σήμερα, δεν είχαν συνεργασία με καμία εταιρεία και κυκλοφορούσαν όλα τους τα albums, μόνοι. Και δεν είναι και λίγα, έτσι; Μαζί με το φετινό, “The blood of Cre­ation”, έχουμε να μετρήσουμε έξι stu­dio albums και ένα live! Μπράβο τους λοιπόν, όχι μόνο για την πίστη στις δυνατότητές τους, όχι μόνο για τη θέλησή τους να έχουν τον πλήρη έλεγχο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, αρνητικό και θετικό, αλλά κυρίως για την συνέπειά τους. Σε μέσους όρους, ανά 1,5–2 χρόνια, κυκλοφορούν και κάτι. Βρες μου εσύ, πόσοι το κάνουν αυτό, στην εποχή μας.

1

Η φετινή χρονιά τους βρίσκει με μια ακόμη αλλαγή, καθώς στη θέση πίσω από τα τύμπανα κάθεται ο Max Friesen, αντί του Chris Sonea. Κατά τα λοιπά, οι IRON KINGDOM εξακολουθούν να ακολουθούν την ίδια πορεία την οποία ξεκίνησαν να χαράζουν, έντεκα χρόνια πριν, παίζοντας ένα κράμα heavy/power/speed met­al, όπου το βγαλμένο από τη δεκαετία του ’90 power/speed ενώνεται με το NWOTHM. Συνεπώς, εσύ που «ανδρώθηκες» μουσικά εκείνη την εποχή και εξακολουθείς να ακολουθείς τα τεκταινόμενα στο παραδοσιακό met­al, ξέρεις πολύ καλά τι να περιμένεις. Τους HELLOWEEN, τους SCANNER (ελπίζω πως με διαβάζει άνθρωπος που έχει «λιώσει» τα “Hyper­trace” και “Ter­mi­nal Earth”), τους HEAVEN’S GATE του “In con­trol”, αλλά και τους SKULLVIEW, DAYS OF YORE (τους θυμάσαι;), SKELATOR και KATANA.

Άλλοτε ταχύ, άλλοτε περισσότερο πομπώδες, πάντα όμως υμνικό-ανθεμικό, το “The blood of Cre­ation” είναι σίγουρα η καλύτερη ως τώρα δουλειά των IRON KINGDOM. Πάντα θα υπάρχει η φωνή του Chris Oster­man να τεστάρει λίγο παραπάνω τον επίδοξο ακροατή, το γνωρίζουν και οι ίδιοι αυτό, αλλά αν συμφιλιωθείς με τη χροιά του, είναι σίγουρο πως θα ευχαριστηθείς τούτο το album. Αν είχε βγει στα 90s, θα είχε κάνει πολλή περισσότερη αίσθηση, σίγουρα. Βάζω και μισό βαθμό επιπλέον, έτσι, επειδή η ακρόασή του με πήγε πίσω σε πολύ ωραίες μέρες…

(7,5 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

1

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: RUBY THE HATCHET
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Fear is a cru­el master”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Mag­net­ic Eye Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Jil­ian Tay­lor — Φωνητικά
John Scarpe­ria — Κιθάρες
Lake Muir — Μπάσο
Owen Stew­art — Τύμπανα
Sean Kan Hur — Πλήκτρα, Hammond
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Owen Gray — Φωνητικά (“Last saga”)
Paul Ritchie — Κιθάρα (“Last saga”/“The change”)
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Web­site
Band­camp
Face­book
Twit­ter
Insta­gram
YouTube

Οι RUBY THE HATCHET με το περίεργο όνομα, κατάγονται και προέρχονται από το New Jer­sey των Η.Π.Α. «Μεγάλωσαν» κι αυτοί, τα πέρασαν τα δέκα χρόνια ζωής. Το ντεμπούτο “Ouroboros”, το 2012, ήταν το πρώτο τους αισιόδοξο βήμα. Καλός δίσκος, αλλά ήταν στο “Val­ley of the Snake” (2015) και στο “Plan­e­tary space child” (2017), που το επίπεδο όχι απλά ανέβηκε, αλλά εκτοξεύτηκε. Χαιρετήσαμε μια μπάντα με μια πολύ έντονη όσο και ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, όπου η επιστημονική φαντασία (sci-fi) συνέπλεε με το μυσταγωγικό/occult στοιχείο, με όχημα το 70s retro rock και περιμέναμε με ανυπομονησία την συνέχεια.

Άργησαν όμως να μας επισκεφτούν ξανά. Πέρασαν πέντε χρόνια για να ακούσουμε το Fear is a cru­el mas­ter και αν κρίνω από τον εαυτό μου, ως φίλος της μουσικής του group, μου έλειψαν οι RUBY THE HATCHET κατά την πενταετία αυτή. Αυτό και μόνο, έκανε την ακρόαση του νέου δίσκου ακόμη πιο ιδιαίτερη. Δεν είναι ότι δεν είχα εμπιστοσύνη στις ικανότητες των Αμερικανών, κάθε άλλο. Ήθελα όμως ένα album που να μην κάλυπτε απλά το κενό, αλλά να ήταν τουλάχιστον ισάξιο με τους δύο προκατόχους του. Δύσκολο, το ξέρω. Και οι ίδιοι οι RUBY THE HATCHET το ήξεραν, είμαι σίγουρος για αυτό και μάλλον το είδαν ως την υπέρτατη πρόκληση.

1

Το “Fear is a cru­el mas­ter” αποτελείται από οκτώ κομμάτια και έχει διάρκεια 43 λεπτά. Είναι σαφέστατα πολύ πιο κιθαριστικό από το “Plan­e­tary…”, χωρίς τα πλήκτρα βέβαια να χάνουν τον σημαντικό ρόλο τους. Εγγύτερα στο “Val­ley…”, θα μπορούσαμε να πούμε. Επηρεασμένοι από την ομώνυμη φράση του θρησκευτικού κινήματος των Branch David­i­ans, απ’ όπου και ο τίτλος, οι RUBY THE HATCHET ασχολούνται με τη φύση του Ανθρώπου, το σώμα, τη ψυχή, το νου και σε «μπάζουν» σε ένα μαγευτικό, ψυχεδελικό ταξίδι που σε πάει πίσω στον χρόνο. Και με τη ψυχεδέλεια αυτή να είναι μεν ακόμη εδώ, αλλά να έχει μια παρουσία διακριτική, το album ξεκινά από το κλασσικό rock των late 60s και φτάνει ως το κλασσικό βρετανικό heavy metal.

«Στοιχειωμένες» μελωδίες, βαριά riffs απευθείας από την ταστιέρα των Tony Iom­mi και Mick Box, Ham­mond και πλήκτρα προϊόντα των Ken Hensley/Jon Lord και πάνω απ’ όλα η τοσοδούλα Jil­lian Tay­lor, να εξακολουθεί να είναι μια επικίνδυνη πλανεύτρα. Η φωνή της είναι πανέμορφη, σαγηνευτική, σαν «εύθραυστη» κάποιες φορές και σου δίνει την εντύπωση πως καμία άλλη δε θα μπορούσε να ερμηνεύσει τα τραγούδια όπως αυτή. Αν οι LUCIFER, JEX THOTH, UNCLE ACID και WITCHCRAFT καταλαμβάνουν θέση, στη δισκοθήκη και στις προτιμήσεις σου, ισότιμη με αυτή των BLACK SABBATH, URIAH HEEP και PAGAN ALTAR, τότε δεν υπάρχει ουδεμία δικαιολογία. Οφείλεις να ακούσεις το “Fear is a cru­el mas­ter” και να «βυθιστείς» στη μουσική του. Και αφού το κάνεις, τσέκαρε το “Live at Earth­quak­er”, όπου η μπάντα παίζει «ζωντανά» στο stu­dio δύο από τα καινούργια της κομμάτια, δείχνοντας τις αρετές της, συν την εξαιρετική διασκευή στο “Easy livin’” των URIAH HEEP. Clas­sic material.

(9 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

Pho­to: Don Vin­cent Ortega

1

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: STEEL INFERNO
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Evil reign”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: From the Vaults
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Chris Ros­toff — Φωνητικά
Jens Ander­sen — Κιθάρες
Lars Lyn­dorff — Κιθάρες
Thier­ry Zubri­tovsky — Μπάσο
Krzysztof Baran — Τύμπανα 
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Face­book
Web­site
Band­camp
Insta­gram
Spo­ti­fy
YouTube

Βόρεια Ευρώπη. Νορδικές χώρες, Δανία, Κοπεγχάγη, Hov­ed­staden. Τρίτο album για τους STEEL INFERNO, μετά το “Aes­thet­ics of decay” και το “…and the Earth stood still”. Γνωστή στους under­ground κύκλους τούτη η πεντάδα, γνωστές οι δύο πρώτες της δισκογραφικές απόπειρες, γραμμένες με πάθος αλλά με χτυπητές αδυναμίες που δεν τις άφησαν να ξεχωρίσουν παραπάνω. Επομένως, τίθεται εδώ το εξής ερώτημα: Όταν αυτό συμβαίνει, όταν οι αδυναμίες επισημαίνονται, τί πρέπει να κάνει ο μουσικός; Να «στηλώσει» τα πόδια του, να πεισμώσει σαν το μικρό παιδί που το μαλώνουν και να εξακολουθήσει να κάνει αυτό που θέλει, ή να ακούσει τις παρατηρήσεις, τις συμβουλές, να τις αξιολογήσει και να προσπαθήσει, έστω, να τις διορθώσει ή εξαλείψει;

Αν ρωτούσες εμένα, θα σου απαντούσα το δεύτερο, εννοείται. Και όπως όλα δείχνουν, η ίδια ερώτηση ετέθη στους STEEL INFERNO, οι οποίοι απάντησαν το ίδιο. Και το καταλαβαίνουμε αυτό, από την εξαιρετική πρόοδο που έχουν σημειώσει στο τρίτο τους πόνημα, το Evil reign. Τόσο συνθετικά και εκτελεστικά, όσο και σε επίπεδο παραγωγής. Το νέο album «σβήνει» τα δύο προηγούμενα, το λέω με πάσα ειλικρίνεια. Ξεκινάμε από τη μεγάλη αλλαγή, καθώς στη θέση της Karen Col­latz Chris­tensen, βρίσκεται πλέον ο Chris Ros­toff. Τεράστιο lev­el up, ερμηνευτικά. Ακολουθεί η σαφέστατη βελτίωση όχι μόνο στον ήχο, αλλά και στις συνθέσεις. Εκεί που στα προηγούμενα albums είχαμε να λέμε για τις καλές, επιθετικές κιθάρες που προσπαθούσαν να ξεχωρίσουν και να ξεπεράσουν το σχετικά χαμηλό «ταβάνι» του group, εδώ η ονομασία του group λαμβάνει «σάρκα και οστά».

1

Οι Δανοί παίζουν μια «καυτή» μίξη US speed/thrash met­al. Αυτό μεταφράζεται σε AGENT STEEL, OVERKILL των πρώτων δύο δίσκων, HALLOW’S EVE και SLAYER του “Show no mer­cy”. Πότε ταχύτατο και πότε σε επιβλητικούς μεσαίους ρυθμούς, το “Evil reign” είναι ένα album για πολύ συγκεκριμένα γούστα. Απευθύνεται σε όσους ακολουθούν το NWOTHM (αν και ΔΕΝ ανήκει στο εν λόγω κίνημα), σε όσους περιμένουν εναγωνίως κάθε χρόνο fes­ti­vals σαν το Keep it True και το Up the Ham­mers, σ’ αυτούς που λέξεις όπως «πρόοδος», «πολυπλοκότητα» και φράσεις όπως «το album θέλει πολλές ακροάσεις» τους φέρνουν τάση προς έμετο, σε εκείνους που το ημερολόγιο έχει κολλήσει στο 1986. Συνεπώς, η βαθμολογία για τους παραπάνω δεν έχει κανένα νόημα. Για όλους εμάς τους υπόλοιπους, περισσότερο διαλλακτικούς, το “Evil reign” είναι ένα καλό album. Μακάρι το επόμενο να είναι καλύτερο, η επανεκκίνηση ήταν επιτυχής.

(7 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

Pho­to: Lena Angioni

Click to comment

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *

Trending

Copyright © 2022 Rock Hard Greece.

  • https://noc.ezhellas.com:44450/live
  • Rock Hard Radio
  • rock hard greece